Ζητάς τα ένσημα σου και δέχεσαι απειλές.
Είναι κοινό μυστικό στην πόλη της Βέροιας ότι οι συνθήκες εργασίας στον κλάδο του επισιτισμού (πακετάδες, σερβιτόροι, μάγειρες, κ.λπ.)είναι απαράδεκτες. Πάνω από τους μισούς εργαζόμενους αυτού του κλάδου εργάζονται υπό το καθεστώς μαύρης-ανασφάλιστης- εργασίας. Φυσικά ούτε λόγος για δώρα, επιδόματα, νυχτερινά και υπερωρίες. Οι συγκεκριμένες συνθήκες προφανώς ισχύουν και για τις υπόλοιπες επαρχιακές πόλεις, αλλά σε μικρότερο βαθμό και στα αστικά κέντρα. Πιο συγκεκριμένα στην επαρχία έχει επικρατήσει η αντίληψη, λόγω της μικρής κοινωνίας όπου όλοι γνωρίζονται, ότι τα αφεντικά είναι φίλοι με τους εργαζόμενους, ενώ στην πραγματικότητα και ειδικότερα τα τελευταία χρόνια με πρόσχημα την κρίση τα αφεντικά αισχροκερδούν σε βάρος των εργαζομένων. Όσον αφορά τους κρατικούς φορείς (ΙΚΑ, επιθεώρηση εργασίας), το μεν ΙΚΑ πραγματοποιεί πολύ σπάνια ελέγχους και αυτό μετά από καταγγελίες, ενώ η επιθεώρηση εργασίας της Βέροιας συμβουλεύει τους εργαζόμενους να κάνουν συμβιβασμούς που είναι προς το συμφέρον του εργοδότη.
Έτσι και εγώ, μέσα σε αυτό το εργασιακό καθεστώς, εργαζόμουν στο ταχυφαγείο «ΜΑΣΑ ΜΠΟΥΚΑ» ανασφάλιστος και χωρίς υπερωρίες, δώρα, επιδόματα, νυχτερινά για σχεδόν 4,5 χρόνια, παίρνοντας από τους “καλύτερους μισθούς” της πόλης: 3,50 ευρώ την ώρα. Έχοντας σταματήσει πρόσφατα, αποφάσισα να διεκδικήσω όλα τα παραπάνω που δικαιούμουν. Αφού ήρθα σε επικοινωνία με το Σωματείο Βάσης Σερβιτόρων Μαγείρων (και λοιπών εργαζόμενων στον κλάδο του επισιτισμού) Κεντρικής Μακεδονίας, αποφασίσαμε να πάμε στο εν λόγω μαγαζί όπου εργαζόμουν, και να ζητήσουμε τα αυτονόητα. Η αρχική του απάντηση-κλασική αντίδραση αφεντικού- ήταν ότι “δεν βγαίνει”, ενώ ύστερα άρχισε να απειλεί ότι θα πάρει δικηγόρο και ότι θα μάθει όλη η πόλη αυτό που κάνω, υπονοώντας πως δε θα μπορώ να ξαναβρώ δουλειά στην πόλη. Η δική μου απάντηση, όσο και των υπολοίπων μελών του Σωματείου, ήταν ότι του χρειάζεται δικηγόρος, γιατί προφανώς ο νόμος είναι εναντίον του, και ότι εμείς από τη μεριά μας θα το επικοινωνήσουμε εξίσου στον κόσμο της Βέροιας. Καθώς φεύγαμε, μας σταμάτησε ένας “συνάδελφος” με τον οποίο συνεργάστηκα το τελευταίο διάστημα πριν σταματήσω, για να υπερασπιστεί το αφεντικό του, λέγοντας μου ότι είναι από τους καλύτερους εργοδότες! Σε ερώτηση μέλους του Σωματείου για το πώς γίνεται να δουλεύει ανασφάλιστος πάνω σε μηχανάκι, ενώ αυτό το επάγγελμα έχει τα περισσότερα εργατικά και πολλές φορές θανατηφόρα ατυχήματα,μας έδειξε τον σταυρό που φορούσε, αποκρινόμενος ότι δεν χρειάζεται ασφάλεια γιατί έχει αυτό…
Η αναφορά στο παραπάνω περιστατικό με τον “συνάδελφο” γίνεται για να καταδείξω ότι μεγάλο μερίδιο ευθύνης σε αυτές τις εργασιακές συνθήκες φέρουν και οι ίδιοι οι εργαζόμενοι με τέτειες συμπεριφορές. Τόσα χρόνια αυτοί οι εργαζόμενοι στηριζόντουσαν σε ξεπουλημένους κομματικούς και συνδικαλιστικούς φορείς, έχοντας απολέσει την ταξική τους συνείδηση. Ήρθε η ώρα όλοι εμείς οι εργαζόμενοι, που βιώνουμε την καθημερινή εκμετάλλευση, να οργανωθούμε. Με βασικό μας όπλο την αλληλεγγύη αντιστεκόμαστε συλλογικά απέναντι στο φόβο και σε κάθε είδους εργοδοτική τρομοκρατία. Διεκδικούμε αυτά που μας ανήκουν. Οργανωνόμαστε σε σωματεία βάσης, γιατί αντιλαμβανόμαστε ότι κανείς άλλος, εκτός από εμάς τους ίδιους, δεν μπορεί να γνωρίζει τα προβλήματα μας. Στεκόμαστε απέναντι από γραφειοκράτες-συνδικαλιστές του τίποτα και κάθε είδους γραμματείς και φαρισαίους. Διεκδικούμε συλλογικά, αδιαμεσολάβητα και αυτοοργανωμένα. Αποφασίζουμε όλοι μαζί ισότιμα, χωρίς αρχηγούς, εμείς για εμάς.
Πρώην ανασφάλιστος πακετάς του ταχυφαγείου «ΜΑΣΑ ΜΠΟΥΚΑ».